μετόπωρον

Φθινόπωρο, επιτέλους. Ήρθε όπως του αρμόζει. Με όλες τις τιμές. Υποδοχή, από νωρίς το πρωί, σε σχολικές αυλές και αναλήψεις υπηρεσίας. Βγες σε ένα ψυχρό μπαλκόνι απ' όπου θα σε διώξουν άρον άρον οι πρώτες επίμονες ψιχάλες που θα εξελιχθούν σε μπόρα όμορφη. Στη μυρωδιά του νωπού χώματος και στα ρυάκια που κυλούν στα τζάμια. Φύλαξε τις καλοκαιρινές αναμνήσεις, να 'χεις να σκέφτεσαι και να αναπολείς.
Τα φύλλα να σέρνουν τα ξερά κορμιά τους στην άσφαλτο. Έρμαια του ανέμου να τρίζουν σε κάθε φύσημα. Η φωνή του ανέμου να συλλαβίζει το όνομα σου. Να παίρνει φωνή από την σκέψη μου: σ' αγαπάω. Ψιθυρίζει ανάμεσα στα φυλλώματα: Φθινόπωρο. Δεν είναι Φθινόπωρο, αλλά ο Παράδεισος.

all you need is art








no surprises


Πως γίνεται να ζεις κάτι που σε καθιστά «ολοκληρωμένο» όταν τα πάντα γύρω σου σε κατακλύζουν!; Βρίσκω ανούσιο το γεγονός να προσπαθώ να ζήσω την ζωή που είχα, με επιπλέον πίεση, πίεση και πίεση. Αρχικά να θέλεις να ασχοληθείς με κάτι που σε γεμίζει, το οποίο θα σε υπόχρεωσει να έχεις κάποιον πάνω από το κεφάλι σου, ο οποίος είτε θα κρίνει, είτε θα σχολιάζει είτε θα κατακρινεί την κάθε σου κίνηση. Είναι δυνατόν να συνεχίσεις; Και αν συνεχίσεις που φτάνεις; Στο σημείο όπου θα εύχεσαι να σκάσεις, να αφήσεις τα πάντα – ακόμη κι αυτά που αγαπάς – και να κλειστείς σε 4 τέσσερις τοίχους, ή στο να καταφέρεις να αποκτήσεις το «δικαίωμα» να ζήσεις και να απολάυσεις αυτό που σε εκστασιάζει και σε ερεθίζει χωρίς κανέναν!; Και ποιο είναι το καλύτερο από αυτά; Να σε προστατεύουν ή να προστατεύεσαι;
Χιλιάδες ερωτήματα βυθίζουν το μυαλό μου σε μία μελαγχολία, σε μία επιθύμια να αντικρίσω μόνο τα μάτια του, να νιώσω μόνο τα χείλη του πάνω στο κορμί μου ή να ζεστάνει η ανάσα του τον λαιμό μου. Δεν ξέρω από πού να αρχίσω κι από πού να τελειώσω. Κάθε μέρα που περνάει είναι σαν μία τεράστια ημέρα αναμονής, μέχρι να φύγει το συναίσθημα της αιχμαλωσίας από πάνω μου. «Δύο μήνες…» σκέφτομαι κάθε βράδυ. Δύο μήνες και όλα θα τελειώσουν, θα ξαναρχίσω να θυμάμαι. Αλλά τι μπορεί να συμβεί μέσα σε δύο ολόκληρους μήνες; Τα πάντα σχεδόν. Να κερδίσω το λότο, να καταστραφεί ο κόσμος, να πεθάνω… Τα πάντα. Αλλά ακόμα κι αν όλα πάνε κατ’ ευχήν, τι θα γίνει μετά; Θα συνεχίσω να υπάρχω χωρίς καμιά ενόχληση, χωρίς κανένα εμπόδιο; Αδύνατον. Σίγουρα θα ζω κάτι καινούργιο, αλλά δεν θα έχει αλλάξει τίποτα.